Κρυμμένα διαμάντια της σειράς Castlevania
Η Castlevania γιορτάζει τα 20 χρόνια από το Dawn of Sorrow στις 4 Οκτωβρίου και τα 15 χρόνια από το Lords of Shadow στις 5 Οκτωβρίου 2025. Με αφορμή αυτές τις επετείους, ρίχνουμε μια ματιά σε μερικά από τα λιγότερο γνωστά παιχνίδια της μακρόχρονης αυτής σειράς δράσης και τρόμου.
Είναι σχεδόν ειρωνικό πως μια σειρά που περιστρέφεται γύρω από την αέναη μάχη ενάντια σε μια αθάνατη σκοτεινή ύπαρξη, κατάφερε να μείνει αθάνατη και στη μνήμη των φανατικών της. Η Castlevania έχει αφήσει το στίγμα της για τέσσερις δεκαετίες, προσφέροντας αξέχαστες εμπειρίες σε όποια πλατφόρμα κι αν εμφανίστηκε από την Konami. Παρά τη φήμη της, μια τόσο μακρόβια σειρά είναι αναπόφευκτο να έχει τίτλους που πέρασαν απαρατήρητοι ή δεν εκτιμήθηκαν όσο τους άξιζε. Πολλά από αυτά τα παιχνίδια είτε ξεχάστηκαν με το πέρασμα του χρόνου, είτε χάθηκαν λόγω τεχνολογικών εξελίξεων. Ήρθε η ώρα να τα φέρουμε ξανά στο φως – σε αντίθεση με τον Δράκουλα, το φως μόνο καλό θα τους κάνει.
Kid Dracula: Μια παράξενη παρωδία
Το 1990, η Konami βρισκόταν στην κορυφή με τρεις επιτυχημένους τίτλους Castlevania στο NES, ενώ το Super Castlevania IV ετοιμαζόταν. Έτσι, η ιδέα για ένα χιουμοριστικό platformer με πρωταγωνιστή μια chibi εκδοχή του Alucard φαινόταν λογική στην Ιαπωνία. Στην Αμερική, όμως, το πρώτο Kid Dracula για NES δεν κυκλοφόρησε ποτέ μέχρι το Castlevania Anniversary Collection το 2019. Η Δύση γνώρισε μόνο το sequel για Game Boy το 1993, που παρέμεινε μια περίεργη επιλογή, χωρίς να ξεχωρίσει ιδιαίτερα. Κρίμα, γιατί τα Kid Dracula, εκτός από διασκεδαστικά platformers, είναι και απολαυστικές παρωδίες όσων είχε κάνει η Konami ως τότε. Ειδικά το πρώτο επίπεδο, με τις ανανεωμένες πίστες και μουσικές της Castlevania, ξεχωρίζει. Στη συνέχεια, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο παράξενα, με τον Alucard να αντιμετωπίζει ιπτάμενα κοτόπουλα, ζόμπι-πανκ στη Νέα Υόρκη και να συμμετέχει σε τηλεπαιχνίδι με το Άγαλμα της Ελευθερίας. Το sequel στο Game Boy συνεχίζει με πίστα που θυμίζει Gradius ως platformer και βιντεοκλήσεις με έναν chibi Χάρο.
Dracula X: Η δύναμη του SNES στο τέλος
Στο τέλος της ζωής μιας κονσόλας, οι δημιουργοί συχνά ξεπερνούν τα όρια της τεχνολογίας. Έτσι, το SNES απέκτησε το δικό του Dracula X, αντί για μια απλή μεταφορά του Rondo of Blood από το PC Engine CD. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τεχνικό επίτευγμα για το SNES, με εξαιρετικό soundtrack και εντυπωσιακά γραφικά που δεν απέχουν τόσο από το Rondo όσο νομίζει κανείς. Η δυσκολία του είναι θρυλική, ειδικά στη μάχη με τον Δράκουλα, όπου τα ατελείωτα κενά προσθέτουν έξτρα πρόκληση. Η ομορφιά έχει το τίμημά της.
Castlevania Chronicles: Μια νέα ματιά στο κλασικό
Η Konami φαίνεται πως ποτέ δεν έμεινε απόλυτα ικανοποιημένη με το αρχικό Castlevania, αν κρίνουμε από τις πέντε διαφορετικές εκδοχές της πρώτης περιπέτειας του Simon Belmont. Το Chronicles αποτελεί μια εξαιρετική ενδιάμεση λύση: συνδυάζει τη σκληρή σχεδίαση των NES τίτλων, το γοτθικό μεγαλείο του Castlevania IV και λίγη από τη γοητευτική αδεξιότητα του Haunted Castle. Η αρχική έκδοση στο Sharp X68000 γέρασε γρήγορα, κυρίως λόγω του ήχου, γι’ αυτό και η βελτιωμένη μεταφορά στο PlayStation είναι η καλύτερη επιλογή σήμερα. Περιλαμβάνει βελτιώσεις στην ισορροπία, γραφικές αλλαγές από μέλη της ομάδας του Symphony of the Night (με τον Simon να αποκτά ροζ μαλλιά χάρη στην Ayami Kojima), και ένα κλασικό synth soundtrack της Konami που ανανεώνει τις γνωστές μελωδίες.
Legacy of Darkness: Η δεύτερη ευκαιρία του N64
Ο χρόνος αλλάζει τα πάντα. Στα τέλη των ’90s, το Symphony of the Night δεν είχε εμπορική επιτυχία, ενώ το Castlevania 64 τα πήγε αρκετά καλά. Σήμερα, το πρώτο θεωρείται αριστούργημα, ενώ το δεύτερο έχει ξεχαστεί. Το Castlevania 64 ήταν αποτέλεσμα φιλόδοξης αλλά βιαστικής ανάπτυξης και νέας τεχνολογίας, με αρκετές ενδιαφέρουσες ιδέες και ατμοσφαιρική παρουσίαση. Η εισαγωγή, με το κάστρο του Δράκουλα να αποκαλύπτεται αργά υπό τους ήχους του Bloodlines, είναι από τις πιο δυνατές στιγμές της σειράς.
Το Legacy of Darkness, όμως, είναι το παιχνίδι που έπρεπε να είχε κυκλοφορήσει εξαρχής. Με τη βοήθεια του expansion pack του N64, τα γραφικά βελτιώθηκαν, προστέθηκαν δύο νέοι χαρακτήρες και ιστορίες (ανάμεσά τους και ο λυκάνθρωπος Cornell), η ισορροπία του παιχνιδιού διορθώθηκε και γίνεται πιο εύκολο να εκτιμήσει κανείς το όραμα της ομάδας της Konami Kobe, ακόμα κι αν δεν φτάνει τα κορυφαία επίπεδα της σειράς. Ένα ενδιαφέρον παράδοξο, αν μη τι άλλο.
Curse of Darkness: Μια διαφορετική προσέγγιση
Το Lament of Innocence έβαλε γερά θεμέλια για την Castlevania στον τρισδιάστατο χώρο, οπότε η στροφή του Curse of Darkness σε κάτι εντελώς διαφορετικό ξένισε αρκετούς. Με τον καιρό, όμως, το παιχνίδι εκτιμήθηκε περισσότερο. Παρά το ότι διαφέρει από τα υπόλοιπα της σειράς (και θυμίζει αρκετά το Bloodstained), αν αφήσετε στην άκρη τις προσδοκίες και το πώς αντιμετωπίζεται ο Trevor Belmont, θα βρείτε ένα αξιόλογο action-RPG με βαθύ crafting σύστημα, εντυπωσιακά γραφικά και ένα υποτιμημένο soundtrack της Michiru Yamane.
Η ιστορία μπερδεύει, κυρίως επειδή το μεγαλύτερο μέρος του υπόβαθρου παρουσιάστηκε σε manga που δεν κυκλοφόρησε εκτός Ιαπωνίας παρά χρόνια αργότερα. Το παιχνίδι ξεκινά με την αποτυχία του Trevor να εξοντώσει οριστικά τον Δράκουλα και βάζει τον παίκτη στη μέση μιας δραματικής διαμάχης ανάμεσα στους Hector και Isaac για μια γυναίκα, τη Rosaly. Αυτό που δεν αποκαλύπτεται είναι πως η Rosaly ήταν σύζυγος του Hector, μέχρι που ο Isaac την κατηγόρησε για μάγισσα και την οδήγησε στην πυρά – ένας αρκετά σοβαρός λόγος για εκδίκηση. Εδώ εμφανίζονται για πρώτη φορά οι Hector, Isaac και Saint-Germain, γνωστοί και από τη σειρά του Netflix. Ο Isaac του παιχνιδιού διαφέρει από τον αντίστοιχο της σειράς, αλλά τα βασικά στοιχεία του χαρακτήρα του παραμένουν.
Dracula X Chronicles: Η απόλυτη συλλογή
Το Dracula X Chronicles αξίζει να αναφερθεί μόνο και μόνο για την αξία του ως συλλογή. Είτε σας αρέσει το 2.5D remake του Rondo of Blood είτε όχι, αξίζει να το παίξετε για να απολαύσετε επιτέλους το Rondo of Blood εκτός Ιαπωνίας, μαζί με την πρώτη και μοναδική φορητή έκδοση του Symphony of the Night, που περιλαμβάνει το νέο voice acting που έχει γίνει στάνταρ σε όλες τις επανεκδόσεις. Επιπλέον, το ίδιο το remake του Rondo of Blood, αν και δεν είναι τέλειο και ο Richter κινείται κάπως άκαμπτα, παραμένει αντάξιο του ονόματος Castlevania και αντισταθμίζει την έλλειψη ρευστότητας με την ιδιαίτερη γοτθική του ατμόσφαιρα.
Adventure ReBirth: Επιστροφή στις ρίζες
Παρά το ότι η Konami κατάφερε να κυκλοφορήσει τρία Castlevania στο Game Boy, κανένα δεν άντεξε ιδιαίτερα στο χρόνο, κυρίως λόγω του περιορισμένου σχεδιασμού επιπέδων. Αυτά τα παιχνίδια αποτέλεσαν ιδανική βάση για το Castlevania της σειράς ReBirth, που έδωσε στους δημιουργούς ελευθερία να επανασχεδιάσουν και να αναμείξουν τις ναυαρχίδες της εταιρείας για νέο κοινό. Ενώ τα Contra και Gradius ακολούθησαν τη λογική του remix, το Castlevania επέλεξε ένα απολαυστικό remake του πρώτου Game Boy τίτλου. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς ότι το πρώτο Lords of Shadow κυκλοφόρησε λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, αφήνοντας το Wii χωρίς άλλες Castlevania επιλογές – και φυσικά, το Castlevania Judgment δεν το συζητάμε καν. Το Adventure ReBirth βασίζεται σε τροποποιημένη μηχανή των τριών Castlevania του Nintendo DS, αλλά καταφέρνει να θυμίσει σε όλους ότι το κλασικό στιλ της σειράς έχει ακόμα πολλά να προσφέρει.
Lords of Shadow 2: Υποτιμημένο φινάλε
Τα Lords of Shadow είναι για την Castlevania ό,τι και τα Avatar για τον James Cameron: τα πιο εμπορικά, αλλά όχι τα πιο αγαπητά στους φαν. Κι αυτό είναι άδικο. Το πρώτο Lords of Shadow απαντά στο ερώτημα «πώς θα ήταν αν ο Guillermo Del Toro έφτιαχνε Castlevania», με τη μαγευτική μουσική του Oscar Araujo και μερικές από τις καλύτερες ερμηνείες φωνής σε βιντεοπαιχνίδι. Όποιος προσπερνά τη φωνή του Patrick Stewart στα loading screens, χάνει πραγματικά.
Το πρώτο παιχνίδι έχει φανατικούς υποστηρικτές. Το sequel, όμως, λιγότερους. Η MercurySteam δεν είχε πια την καθοδήγηση του Hideo Kojima, κάτι που ίσως οδήγησε σε αμφιλεγόμενες επιλογές, όπως τα διαβόητα stealth segments. Παρ’ όλα αυτά, αν τα αντέξετε, το Lords of Shadow 2 παραμένει ένα αξιόλογο παιχνίδι. Ο ρόλος του Dracula προσφέρει μοναδική ένταση στη μάχη, ενώ ο Robert Carlyle τον υποδύεται ως έναν κουρασμένο αθάνατο που περιμένει το τέλος του – μια ενδιαφέρουσα δραματική ισορροπία. Όταν το παιχνίδι αφήνει πίσω του τα βιομηχανικά σκηνικά, προσφέρει φαντασία και πρωτοτυπία. Ο σχεδιασμός των επιπέδων είναι έξυπνος, αποφεύγοντας τη γραμμικότητα του πρώτου τίτλου, ενώ η ιστορία έχει ανατροπές (αν και μια γρήγορη ματιά στο Mirror of Fate βοηθά). Ο Oscar Araujo ξεπερνά τον εαυτό του στο soundtrack, με το
θέμα του Dracula να ξεχωρίζει ως αριστούργημα σκοτεινού μπαρόκ τρόμου. Ολόκληρη η τριλογία άξιζε πολύ περισσότερη αναγνώριση.